O Δάσκαλος
Ο Βασίλης Σίμος ξεκινά την επαγγελματική του ζωή ως καθηγητής το 1963 όταν και προσλαμβάνεται στο Γυμνάσιο της Εστίας Νέας Σμύρνης ως καθηγητής του καλλιτεχνικού σχεδίου. Στην αρχή του 1964 εγκαθίσταται οριστικά στη Λαμία διορισμένος αρχικά στο Α΄ Γυμνάσιο Αρρένων Λαμίας και από το 1979 στο Πειραματικό Γυμνάσιο Λαμίας. Μέχρι το 1975 υπήρξε ο μοναδικός καθηγητής «τεχνικών» στην Λαμία και δίδαξε σε όλα τα σχολεία της Λαμίας. Στην μέση εκπαίδευση υπηρέτησε μέχρι το 1987.
Ξεκινώντας για την εγκατάσταση του στην Λαμία ο συμπατριώτης του σπουδαίος ζωγράφος Αλέκος Κοντόπουλος, που υπήρξε και ο πρώτος δάσκαλος του, το μόνο που τον συμβούλευσε ήταν «κοίτα μη βολευτείς.»
Ο ίδιος γράφει «Παρά τις πρώτες δυσκολίες που είχα να αντιμετωπίσω και ως δάσκαλος και ως ζωγράφος τον πρώτο καιρό στον τόπο μου , από την αρχή έτυχε να έχω μαθητές που με αγάπησαν ως δάσκαλο και τους χρωστάω πολλά .Έπειτα είχα και την τύχη να έχω φίλους . Η οικογένεια μου, η πατρική και η δική μου, ο κόσμος γενικά με στήριξε και μου έδωσε σιγουριά για να συνεχίσω να δημιουργώ στον τόπο μου . Είναι γεγονός ότι δούλεψα πολύ και επέμενα πολύ και δεν πρέπει να ξεχάσω ότι τα θεμέλια είχαν μπει τον πρώτο καιρό στην Αθήνα , μετά τις σπουδές μου , μέσα στον κύκλο των καλλιτεχνών που είχαν αποδεχθεί το έργο μου .»
Η επί σειρά ετών συνάδελφός του καθηγήτρια φιλόλογος Πολύ Τζωρτζοπούλου , γράφει «…. Έτσι με τον καλλιτέχνη Βασίλη Σίμο συμβιώνει και ο Δάσκαλος. Η έδρα, χώρος οικείος, η επικοινωνία με τα παιδιά λύτρωση και ανανέωση. Στις αυστηρές αίθουσες διδασκαλίας με την ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα της εφηβείας, το μάθημα του Βασίλη Σίμου, μια ώρα πραγματικής δεκτικότητας και για τους προικισμένους μαθητές και για τους λιγότερο ικανούς. Γιατί ήταν πάντα αυτές οι στιγμές φωτεινές παρενθέσεις ελευθερίας , μιας βιωμένης ελευθερίας μ’ έναν ελεύθερο δάσκαλο, όταν ανοίγοντας τα κλειστά παράθυρα του νου και οδηγώντας το χέρι τους, τους παρότρυνε να εκφραστούν αβίαστα και να λειτουργήσουν σύμφωνα με το «αλλιώς» της Τέχνης κάτω από την τρυφερή του παρακολούθηση και την περισσή του αγάπη.» και συνεχίζει σε άλλο σημείο « … όλη του παρουσία, ο λόγος, το βλέμμα, η συμπαράσταση, η αβίαστη επικοινωνία πόσο κάρπισε στις καρδιές των μαθητών, αυτό δεν αποτιμάται με κανένα μέτρο, μένει αδιατίμητο και συνιστά τη μοναδική τιμή του δασκάλου, το ελάχιστο που περικλείει το παν, μια θύμηση, μια αναγνώριση μετά από χρόνια, ένα χαμόγελο, μια χειραψία απροσχημάτιστου σεβασμού, ένας λόγος ζεστός, κάπου στο δρόμο, σ’ ένα γραφείο, σε μια συνάντηση…»
Μετά την συνταξιοδότηση του δεν σταμάτησε μέχρι το τέλος να συνεργάζεται αφιλοκερδώς με σύλλογους της περιοχής σε προγράμματα εκπαίδευσης οργανώνοντας διαλέξεις και εργαστήρια. Αναζητούσε πάντα την επαφή με την διδασκαλία που την προετοίμαζε με πολλή αγάπη και η επαφή με τους μαθητές μικρούς και μεγάλους του έδινε ιδιαίτερη χαρά.
Στην ομιλία που πραγματοποίησε στην έναρξη του σχολικού έτους τον Εικαστικών εργαστηρίων του Δήμου Λαμίας το Νοέμβριο του 2003 απευθυνόμενος προς τους γονείς, τους διδάσκοντες και τους μαθητές των Εργαστηρίων μεταξύ των άλλων τόνισε
«…σήμερα οι ψυχολόγοι προσπαθούν να καταλάβουν από τη νηπιακή ηλικία τις έμφυτες ευαισθησίες κάθε παιδιού. Αυτές ο καθένας τις έχει, δεν μπορεί να μας τις πάρει κανένας. Σκοπός της διδασκαλίας είναι να τις αναδείξει και ένα εργαστήρι παράγει έργο, όταν σε κάθε παιδί δώσει σωστή κατεύθυνση με κατανόηση και υπομονή. Ο δάσκαλος στο Εργαστήρι τις προσωπικές ευαισθησίες θα τις τονώσει και θα στηρίξει τις προσπάθειες του όταν είναι αληθινές.»
Αναφερόμενος στους μεγαλύτερους μαθητές συνέχισε «Θαυμάζουμε τη σκέψη των μεγάλων δημιουργών και συνήθως στις συνομιλίες μας σχετικά με την Τέχνη, έχομε μια αντιπαλότητα και ανάλογα με τα πιστεύω μας παίρνομε θέση για τους κλασικούς ή μοντέρνους δημιουργούς . Ο μεγάλος ζωγράφος Μπρακ έλεγε «καλύτερα να μάθουμε τον κόσμο να σκέπτεται, παρά να προσπαθούμε να τον πείσουμε». Ο δημιουργός μπορεί να υπερασπίζεται το έργο του, αλλά δεν πρέπει ούτε έχει το δικαίωμα να προσπαθεί να πείσει για την αισθητική του αξία. Το έργο του δημιουργού είναι αυτόνομο.
Εκείνο που πρέπει είναι να αποφεύγουμε να ακολουθούμε από αδυναμία κάποια κλασική τάση ή κάποια άλλη μοντέρνα. Να ακολουθούμε ή να προσπαθούμε να ακολουθήσουμε αυτό που μας λέει η ψυχή μας . Μη ζητάμε το τέλειο. Ας ζητάμε την αλήθεια. Σε ένα μιμητικό έργο, εγκεφαλικό έργο βλέπομε τα αποτελέσματα γρηγορότερα. Είναι πιο εύκολο να αντιγράψουμε ένα έργο άλλου. Ποιό είναι το ελεύθερο πνεύμα στη δημιουργία ; Πού είναι η κατάθεση της ψυχής μας ;»
Η προσφιλής προσφώνηση των μαθητών του, ακόμη και μετά την αποφοίτηση τους, όταν τον συναντούσαν στον δρόμο ήταν «Δάσκαλε» .Ο ίδιος απαντά σε μια τηλεοπτική συνέντευξη του αν αισθάνεται περισσότερο ζωγράφος ή Δάσκαλος,
« Ζωγράφος ,θα έλεγα , ζωγράφος , αλλά μου άρεσε πάντα η διδασκαλία στα παιδιά . Γενικά δεν πρέπει, όταν βλέπουμε έναν άνθρωπο να έχει όρεξη να πλησιάσει την τέχνη , να του στερούμε τα φώτα μας . Αντίθετα έχουμε υποχρέωση να τον βοηθήσουμε να ανακαλύψει τους δρόμους που θα τον οδηγήσουν σ’ αυτήν. Ως δάσκαλοι πρέπει να έχουμε την ικανότητα της συνομιλίας της επικοινωνίας και ιδίως με το μαθητή, να μπορέσουμε , όσο είναι δυνατόν , να του μεταφέρουμε την πείρα μας , τις εικαστικές γνώσεις με αγάπη , χωρίς εγωισμό. Το δικό μας ‘’ πιστεύω ‘’ μπορεί να βρίσκεται πολύ μακριά . Η βοήθειά μας και ο σκοπός μας είναι να βρει ο μαθητής το δικό του “ πιστεύω ‘’ , το δικό του δρόμο».
Σχολιάστε