Ο ίδιος μιλά για την ζωγραφική του

   «Όταν ζωγραφίζουμε, βλέπουμε το φως να γίνεται χρώμα. Ας κάνουμε το αντίστροφο. Με το χρώμα να δώσουμε το φως» .

Βασίλης Σίμος , Παράθυρο,1990, λάδι σε μουσαμά ,81×115

Αυτή η φράση  σε ένα πρόχειρο σημείωμα του  Βασίλη Σίμου εκφράζει διαχρονικά όλη τη φιλοσοφία του έργου του   στα εξήντα χρόνια που καλύπτει η καλλιτεχνική του δημιουργία.

Χαρακτηριστική για τις απόψεις του Βασίλη Σίμου είναι μιαν απάντηση του στην ερώτηση δημοσιογράφου το 2002, για τη σημασία που δίνει ο ίδιος στο ρήμα «ζωγραφίζω». «Ατέλειωτη προσπάθεια με υλικά να παραστήσεις το άυλο, με άψυχα μέσα να δώσεις ψυχή. Να φανερώσεις στο δημιούργημά σου, αυτό που ο ίδιος έχεις βιώσει  και να μετατρέψεις αυτό που είδες, σε αυτό που αισθάνθηκες. Να επικοινωνήσεις με τους συνανθρώπους σου χωρίς τη μεσολάβηση του λόγου …Δημιουργία, συνεχίζει, δεν είναι η επιτηδειότητα για την κατασκευή ενός έργου. Δημιουργία είναι αρχή , είναι πνεύμα , είναι το φως που βάζει στο έργο του ο καλλιτέχνης για να μπορέσει να εξωτερικεύσει  τα  βιώματα του.  Έτσι  μπορεί  με την εικόνα  να επικοινωνήσει με τον κόσμο γύρω του , να μοιρασθεί με τους άλλους αυτό που έζησε. Αυτή είναι η γλώσσα της επικοινωνίας του…»

Ο ίδιος ο Β.Σ. γράφει  «Πολλές φορές στις σπουδές ασχολούμαστε με την πιστή απόδοση του θέματος. Στην Τέχνη ο τρόπος που αποδίδουμε το θέμα είναι προσωπικός. Όταν ζωγραφίζω, πιστεύω ότι εγώ πρέπει να γίνομαι ο ίδιος δάσκαλος στο έργο μου , να κάνω μάθημα πώς εγώ το βλέπω το θέμα. Το ζωγραφικό έργο πρέπει να έχει την αυτάρκειά του . Η ζωγραφική εκφράζεται με το χρώμα. Έχει τη δική της γλώσσα. Το ίδιο το έργο πρέπει να συνομιλήσει με το θεατή. Το θέμα το βάζομε καμιά φορά, επειδή ο θεατής θέλει από κάπου να πιαστεί . Εμείς μπορούμε ίσως να τον βοηθήσουμε να το δει το έργο εικαστικά με τα δικά του όμως μάτια.

Βασίλης Σίμος 1964 Κάρο Εγκαυστική σε μουσαμά 60×90

 Για τις καταβολές στην δουλειά του μιλά σε μια συνέντευξη του στο περιοδικό «Άνωθεν της πόλης» τον Ιούλιο του 1998. «Γύρω στο ’52 και ’53 πήγαινα στο μοναστήρι του Αγάθωνα στην Υπάτη για να ζωγραφίζω, γιατί  μου άρεσε το τοπίο, η φύση και η ησυχία. Εκεί όμως υπήρχαν τοιχογραφίες του 16ου αιώνα που με είχαν τραβήξει, χωρίς να ξέρω το λόγο. Είχαν ένα φως μυστήριο και μια ποιότητα στο χρώμα που δεν εύρισκα στη μπογιά τη δική μου. Φαίνεται ότι η ζωγραφική αυτή  και η αυστηρότητα των χρωμάτων τους έμειναν για πάντα μέσα μου και όταν ήμουν στην Ισπανία η παλέτα των χρωμάτων μου ήταν τόσο συγκρατημένη  που ο καθηγητής που είχα στο πορτραίτο απορούσε γιατί απέφευγα να χρησιμοποιώ έντονα χρώματα. Αργότερα συνειδητοποίησα ότι οι πιο δυνατές παραστάσεις που είχα, ήταν από αυτές τις τοιχογραφίες.‘’

”Δεν κάνω θρησκευτική ζωγραφική, αλλά η αυστηρότητα και η απλοποίηση που υπάρχει στη δουλειά μου πιστεύω ότι οφείλεται στη Βυζαντινή αγιογραφία. Υποσυνείδητα μέσα από τους πίνακές μου νομίζω ότι βγαίνει το συναίσθημα μου για το παράστημα που πρέπει να μας χαρακτηρίζει ως ανθρώπους, για το τι υπάρχει πέρα από αυτό που φαίνεται. Το λευκό για μένα συμβολίζει το φως που υπάρχει μετά από εμάς.»

Για όλες τις εποχές της δουλειάς του που ζωγραφίζει ανθρώπινες φιγούρες ο Β. Σ σε συνέντευξη του τονίζει «…στο ζωγραφικό έργο δεν υπάρχει σκηνοθεσία. Δεν είμαι εγώ που διδάσκω τους ρόλους, τις κινήσεις , τις εκφράσεις των προσώπων. Βλέπω τα πρόσωπα που ζουν τον εαυτό τους. Είναι η ζωή τους, όμως η ζωή τους όπως τη νιώθω εγώ. Δεν τους βάζω να κάνουν δουλειά, αλλά προσπαθώ εγώ να ζήσω τη δουλειά τους…»Στα έργα του προσπαθεί πάντα να πετύχει αυτό που έγραφε ο Αλ.Κοντόπουλος στην «Εκμυστήρευση «…η αναπαράσταση  σε ένα έργο ποτέ δεν ήταν τίποτα άλλο ,παρά απλά  ένα μέσον και το έργο Τέχνης στην απόληξή του μια αφαίρεση…»

 Για τη σημασία που δίνει στους πίνακες του το φόντο γράφει «…το φόντο αναδεικνύει το θέμα. Δίνει ατμόσφαιρα είναι ο αέρας για να αναπνέουν τα αντικείμενα της εικόνας. Είναι το περιβάλλον που ζουν. Αν δεν βιώσεις  το περιβάλλον  που περιγράφεις στο θέμα σου, αυτό θα μείνει χωρίς ζωή. Ακόμα και τα νεκρά αντικείμενα από το φόντο θα πάρουν ζωή για να συγκινήσουν.»

Βασίλης Σίμος , Στις πηγές ,1985 , λάδι σε μουσαμά, 75×100

Όταν ζωγραφίζει στο ύπαιθρο ο Βασίλης Σίμος  ανησυχεί πόσο περιγραφικός είναι. Όπως γράφει  «…με απασχολεί η φόρμα. Προσπαθώ να σχηματοποιήσω τα αντικείμενα που βλέπω, ακόμα και τον ουρανό για να μπορέσω να δώσω πιο γερή σύνθεση. Το χρώμα θέλω να γίνεται πιο τοπικό για να δώσει στο τοπίο πιο πολύ χαρακτήρα κι αν είναι δυνατόν την αίσθηση του τοπικού χώρου, όπως τον βλέπω εγώ. Κάθομαι Πολλές ώρες στο χώρο που θέλω να ζωγραφίσω, χωρίς να ζωγραφίζω παρατηρώντας μόνο το χαρακτήρα του…» » …δεν πιστεύω τόσο σ’ αυτό που λέγεται εξέλιξη του καλλιτέχνη, όσο στη «στιγμή» του καλλιτέχνη. Υπάρχουν φορές που βρίσκεται σε διαφορετικό κλίμα και βλέπει διαφορετικά και εκφράζεται διαφορετικά.

1991b-03

Βασίλης Σίμος 1991 Γέφυρα Λάδι σε μουσαμα 75×100

Η εξέλιξη, η βελτίωση που λέμε στους μαθητές, είναι η γνώση της τεχνικής, η ευχέρεια στον τρόπο ζωγραφικής, η γνώση από τη μελέτη. Αλλά η ψυχή δεν μπορεί να ταυτισθεί με την τεχνική. Η τεχνική είναι μέσον για την έκφραση της ψυχής. Η εικόνα είναι σύμβολο και η Τέχνη με τα μέσα που διαθέτει, τελάρα , χρώματα, είναι ύλη. Η προσπάθεια του καλλιτέχνη είναι να κατορθώσει το έργο του  να φύγει από τη γη, να σταματήσει να έχει βάρος, να γίνει κάτι άυλο που δεν τεκμηριώνεται, δεν ψηλαφιέται και δεν αποδεικνύεται.»

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Αρέσει σε %d bloggers: