1965, Αίθουσα Δημοτικού Θεάτρου Λαμίας, Λαμία

sq_af_340 (26 of 26)
Την άνοιξη του  1965 ο Βασίλης Σίμος εκθέτει στο  φουαγέ του Δημοτικού Θεάτρου Λαμίας  τα πρώτα έργα που δημιούργησε μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, με τα οποία είχε συμμετάσχει από το 1962 σε ομαδικές εκθέσεις στην Γκαλερί Νέες Μορφές. Για τα θέματα του και την τεχνική του ο Βασίλης Σίμος γράφει στις σημειώσεις του «Όταν γύρισα από τη Μαδρίτη, χρησιμοποίησα στα έργα μου χωρίς καμία πρόθεση ή προετοιμασία  «εγκαυστική». Κερί, μαστίχα, ρετσίνι και φωτιά. Ξαναζούσα τις εικόνες της Ισπανίας. Εικόνες που γράφτηκαν μέσα μου. Τοπία, θέματα αγροτικά με κύρια στοιχεία τον ταύρο, το άλογο και τους ανθρώπους στην καθημερινή ζωή πάντα με τον τρόπο που τους έβλεπα εγώ…Χωρίς να βάζω το συγκεκριμένο άνθρωπο. Αυτό που  είχα αισθανθεί γι’ αυτούς ήταν θαυμασμός, ένταση και λύπη…»

Για τις καταβολές της δουλειάς του μιλά σε μια συνέντευξη του στο περιοδικό » Άνωθεν της πόλης» τον Ιούλιο του 1998» «Γύρω στο ’52, 53 πήγαινα στο μοναστήρι του Αγάθωνα στην Υπάτη για να ζωγραφίζω, γιατί μου άρεσε το τοπίο, η φύση και η ησυχία. Εκεί όμως υπήρχαν τοιχογραφίες του 16ου αιώνα που με είχαν εντυπωσιάσει χωρίς να καταλαβαίνω το λόγο. Είχαν ένα φως μυστήριο και μια ποιότητα που δεν εύρισκα στη «μπογιά» τη δική μου. Φαίνεται ότι η ζωγραφική εκείνη και η αυστηρότητα των χρωμάτων τους έμειναν για πάντα μέσα μου και όταν ήμουν στην Ισπανία η παλέτα των χρωμάτων μου ήταν τόσο συγκρατημένη που ο καθηγητής που είχα στο πορτραίτο απορούσε γιατί απέφευγα να χρησιμοποιώ έντονα χρώματα. Αργότερα συνειδητοποίησα ότι οι πιο δυνατές παραστάσεις που είχα ήταν από αυτές τις τοιχογραφίες.

Βασίλης Σίμος, 1963, Λιτανεία, εγκαυστική σε μουσαμά, 75×100

Δεν κάνω θρησκευτική ζωγραφική, αλλά η αυστηρότητα και η απλοποίηση που υπάρχει στη δουλειά μου πιστεύω ότι οφείλεται στη Βυζαντινή αγιογραφία. Υποσυνείδητα μέσα από τους πίνακες μου νομίζω ότι βγαίνει το συναίσθημα μου για το παράστημα που πρέπει να μας χαρακτηρίζει ως ανθρώπους, για το τι υπάρχει πέρα από αυτό που φαίνεται. Το λευκό για μένα συμβολίζει το φως που υπάρχει μετά από εμάς .»

Ο  Λαμιώτης ζωγράφος Αλέκος Κοντόπουλος  προλογίζει στον κατάλογο την έκθεση

«…Στο έργο του Β. Σίμου ανευρίσκουμε και πάλι την ευτυχισμένη συμβίωση των θεωρητικών και αισθητικών μας λειτουργιών. Τα δέντρα ,τα ζώα, οι άνθρωποι στην καθημερινή τους εργατικότητα κάνουν ξανά την παρουσία  τους , όμως  μέσα  από  την  ποιητική  δικαίωση του  καλλιτέχνη.  »Τα   περιβάλλει ένα φως με μια διάχυτη συγκίνηση και τα αισθανόμαστε να ζουν μέσα στο χώρο μιας άχρονης διάρκειας. Έχουν απογίνει ωραίοι συμβολισμοί, έχασαν τη χρονική τους επικαιρότητα κι απέκτησαν την επάρκεια που έχουν τα δημιουργήματα του πνεύματος………Αγαπούμε το  έργο αυτό γιατί είναι ένα πόνημα ποιητικής συγκίνησης και πάθους. Κι αν κατοπτρίζονται μέσα σ΄ αυτό  οι παιδικές μνήμες του καλλιτέχνη που τράφηκαν στο περιβάλλον της επαρχιακής μας ζωής, τότε το έργο  του Β.Σίμου είναι κάτι παραπάνω ακόμη, ένα χρέος πνευματικού ανθρώπου προς τη γενέθλια γη.»

Σε ένα άλλο ιδιόχειρο σημείωμα του ο Αλέκος Κοντόπουλος γράφει για τα έργα της έκθεσης «…Ο χώρος του ουρανού λουσμένος από το διάχυτο φως δημιουργεί ατμόσφαιρα ψυχρής κατάνυξης και σιωπής. Υπάρχουν στοιχεία δοσμένα με διαφάνεια παράξενη, πολλή πάστα και πάνω σ’ αυτήν υπάρχουν λεπτοί τόνοι. Ο συνθετικός χαρακτήρας των έργων είναι προχωρημένος. Αυτό είναι και το χαρακτηριστικό των περισσοτέρων πινάκων.»

 

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Αρέσει σε %d bloggers: